- μπροκάρ
- Μεταξωτό ύφασμα, καλλιτεχνικά δουλεμένο με μεταξωτές, χρυσές και ασημένιες κλωστές, συνδυασμένες έτσι ώστε να σχηματίζουν ανάγλυφα διακοσμητικά σχέδια. Η κατασκευή του μ. φαίνεται πως άρχισε στην Κίνα, διαδόθηκε από εκεί στην Περσία, στη Συρία και τελικά έφτασε στην Ευρώπη. Ο τρόπος της κατασκευής του, παρότι γνώρισε μερικές παραλλαγές, έχει παραμείνει ουσιαστικά αμετάβλητος.
Υπάρχουν δυο τύποι μ.: το ένα λέγεται αλυσιδωτό, το άλλο κροκωτό. Στον πρώτο, οι κλωστές που μένουν από την ανάποδη του υφάσματος κόβονται με μεγάλη σπατάλη υλικού· στο δεύτερο, που είναι οικονομικότερος, χρησιμοποιείται πολυτιμότερο υλικό.
Τα μοντέρνα μ. μιμούνται τα παλιά και επιτυγχάνονται αξιολογότατα υφάσματα από κοινά νήματα, σε ποικίλα χρώματα, αντί των χρυσών και ασημένιων νημάτων· τα μ. αυτά χρησιμοποιούνται πολύ για κουρτίνες και παραπετάσματα.
Βυζαντινό μπροκάρ ύφασμα του 7ου αι. (Άγιος Ιωάννης, Ρώμη).
Φλωρεντινό μπροκάρ ύφασμα του 14ου αι. (Μπαρτζέλο).
Dictionary of Greek. 2013.